Παρουσίαση του δίσκου από τον Άρη Νικολαΐδη στην κλίκα
«Δύο χρόνια μετά το ξεκίνημα της “Πριγκηπέσας” και με την εμπειρία από πολλές βραδιές φιλοξενίας σημαντικότατων μουσικών και τραγουδιστών, η μόνιμη επιθυμία των φίλων – θαμώνων την επόμενη μέρα ήταν να έχουν μία ηχογράφηση της βραδιάς…
…Έτσι αποφασίσαμε να προχωρήσουμε στην παραγωγή δίσκων, που έχουν σαν κύριο χαρακτηριστικό την ελεύθερη και πραγματική σύμπραξη των μουσικών, είτε σε στούντιο είτε ζωντανά στην «Πριγκηπέσα» και η αρχή γίνεται με τις “Αψιλίες”…».
Με αυτά τα λόγια ο μουσικός Δημήτρης Σφίγγος (το «συνεταιράκι» της παρέας) αιτιολογεί την έκδοση αυτής της δουλειάς. Είναι προφανές ότι πρόκειται για μια -εντελώς- ανεξάρτητη παραγωγή. Ανεξάρτητη, όχι μόνο γιατί δεν βγήκε μέσα από τα μονοπάτια των δισκογραφικών εταιριών, αλλά και γιατί πρόκειται για μια αβίαστη, ανεπιτήδευτη έκφραση μουσικών, που παίζουν και τραγουδούν απελευθερωμένοι από οποιαδήποτε «γραμμή» καθορίζουν οι νόμοι της αγοράς.
Οι μουσικοί Δημήτρης Μυστακίδης (κιθάρα, τραγούδι), Ευγένιος Βούλγαρης (ούτι, μπουζούκι με μπερντέδες, πολίτικη λύρα, τοξωτό ταμπούρ, τραγούδι) και Απόστολος Τσαρδάκας (κανονάκι, βιολί) είναι καθηγητές στο ΤΕΙ Ηπείρου και πιο συγκεκριμένα στο Τμήμα Λαϊκής & Παραδοσιακής Μουσικής, στην Άρτα. Αυτό που φαίνεται να τους ενώνει είναι η αγάπη τους για την παραδοσιακή λαϊκή μουσική και η συντονισμένη προσπάθεια για τη μελέτη και την ανάδειξή της. Γυναικεία παρουσία στην παρέα η Θεοδώρα Αθανασίου (μπαγλαμά, τραγούδι), μία μουσικός ειδικευμένη κι αυτή σε παραδοσιακά όργανα, αλλά και εξαιρετική ερμηνεύτρια, πολύ κοντά στο ύφος και το χρώμα των μεγάλων προπολεμικών τραγουδιστριών μας. Στο ένθετο που συνοδεύει το CD, εκ μέρους των μουσικών αναφέρεται:
«…Είναι αλήθεια ότι το συγκεκριμένο μουσικό είδος -και δεν είναι φυσικά το μοναδικό- προσφέρεται ως πρώτη ύλη για τη δημιουργία ενός περιβάλλοντος, όπου ο ρόλος του μουσικού δεν περιορίζεται σε αυτόν του κομπάρσου. Μέσα σε ένα τέτοιο περιβάλλον ο μουσικός έχει την ελευθερία, και την υποχρέωση ταυτόχρονα, να ξεδιπλώσει το όποιο ταλέντο του χωρίς να υπακούει στην λογική μιας βιομηχανίας, στημένης έτσι ώστε να αναδεικνύει πρωταγωνιστές. Εδώ ο μουσικός έχει τη δυνατότητα να συμμετέχει επί ίσοις όροις σε ένα διάλογο, τους κανόνες του οποίου οφείλει όχι μόνο να γνωρίζει καλά αλλά και να ανασυνθέτει σε κάθε ευκαιρία…».
Κατά την προσωπική άποψη του γράφοντος, η παραπάνω παράγραφος καταδεικνύει μεταξύ άλλων ένα βασικό ζήτημα: Την αγωνία των ανθρώπων που εμπλέκονται στα μουσικά δρώμενα -είτε ως μουσικοί είτε ως ακροατές- για τη σύγχρονη μουσική πραγματικότητα. Φανερώνει τον αγώνα κάποιων, ώστε να επανέρθει η μουσική σε συνθήκες όπου η παραγωγή βασίζεται σε πραγματικά κριτήρια, όπου οι μουσικοί είναι «άρχοντες» της δουλειάς τους, εκεί όπου οι «κατηγοριοποιήσεις» των μουσικών γίνονται με βάση το σεβασμό στη δουλειά τους και την πραγματική αντικειμενική τους αξία, εκεί όπου αναδεικνύονται οι πραγματικοί πρωταγωνιστές. Αυτό -κατά την άποψή μου πάντα- πρέπει να ήταν κι ένα βασικό κριτήριο για την επιλογή του υλικού που παρουσιάζεται. Δε φαίνεται να είναι καθόλου τυχαίο το ότι τα περισσότερα από τα 18 τραγούδια του cd είναι δημιουργίες των μεγαλύτερων μαέστρων που πέρασαν από τη λαϊκή μας μουσική (Σκαρβέλης, Τούντας, Ογδοντάκης, Καρίπης, Σέμσης, Περιστέρης). Ανεπανάληπτοι οργανοπαίχτες που διαμόρφωσαν σε μεγάλο βαθμό την εξέλιξη της λαϊκής μουσικής στη χώρα μας, ενώ παράλληλα υπήρξαν δάσκαλοι για όλους τους μουσικούς που τους διαδέχτηκαν.
Έχουν επιλεχθεί εξαιρετικά τραγούδια, τα περισσότερα από τα οποία δεν έχουν κουράσει τ’ αφτιά μας από διάφορες «σουξεδιάρικες» επανεκτελέσεις. Επίσης, η παρουσία στο cd ενός πολύ λίγο γνωστού τραγουδιού («Κατάδικος») του Γιοβάν Τσαούς, θα μπορούσε να θεωρηθεί και ως «φόρος τιμής» στον «ιδιόμορφο» αλλά και εξαιρετικά πρωτότυπο δημιουργό και μουσικό. Γενικά οι εκτελέσεις των τραγουδιών είναι πιστές όσον αφορά τη μελωδική γραμμή και οι όποιες τάσεις διασκευής περιορίζονται στην επιλογή οργάνων και στην ενορχήστρωση. Ακόμη είναι χαρακτηριστική είναι η προσωπική έκφραση των μουσικών, που συχνά οδηγεί σε αυτοσχεδιασμούς, φωνητικούς και οργανικούς.
Ο δίσκος συστήνεται ανεπιφύλακτα στους φίλους της λαϊκής μουσικής παράδοσης, αλλά και γενικότερα σε όλους τους φίλους της μουσικής, καθώς το υλικό μεταξύ άλλων αποτελεί και μια πολύ καλή γνωριμία με τη μουσική παράδοση των μικρασιατικών παραλίων. Και η διανομή του δίσκου γίνεται έξω από τα «γρανάζια» των εταιριών και γι’ αυτό το λόγο μπορείτε -μέχρι στιγμής- να τον βρείτε μόνο στην Αθήνα (Music Corner) και στη Θεσσαλονίκη (Πριγκηπέσσα).
Τα τραγούδια του CD:
- Γιατί να με γελάσεις (Κώστας Σκαρβέλης)
- Αρμενίτσα (Κώστας Καρίπης)
- Ψεύτισε πλέον ο ντουνιάς (Κώστας Ρούκουνας)
- Κατινάκι μου για σένα (Κώστας Καρίπης)
- Μα τι να κάνω, σ’ αγαπώ ( (Κώστας Σκαρβέλης)
- Καρδιοκλέφτρα (Γιάννης Δραγάτσης)
- Γιατί να κάθεσαι να λες (Σπύρος Περιστέρης – Γιώργος Καμβύσης)
- Το μάγκικο (Κώστας Καρίπης – Γιώργος Πετροπουλέας)
- Γειά σου Λόλα μερακλού (Δημήτρης Μπαρούσης)
- Κατάδικος (Γιοβάν Τσαούς)
- Μανώλης ο χασικλής (Γιάννης Δραγάτσης)
- Χιτζάζ ζεϊμπέκικο (Ανώνυμου)
- Ο ξενιτεμένος (Δημήτρης Σέμσης – Ρόζα Εσκενάζυ)
- Άσ’ τα λόγια (Γιώργος Πετροπουλέας – Π. Σκοπελίτης)
- Αψιλίες (Γρηγόρης Ασίκης)
- Η Παγκρατιώτισσα (Παναγιώτης Τούντας)
- Η πουλημένη στην ξενιτιά (Παναγιώτης Τούντας)
- Δώσ’ μου πίσω τα λουλούδια (Ανώνυμου)
Αψιλίες
Παρουσίαση του δίσκου από τον Πέτρο Λαζάρου στην κυπριακή εφημερίδα Πολίτης
Όταν λέμε ότι εδώ και χρόνια η ελλαδική δισκογραφία των πολυεθνικών νοσεί αλλά όχι και η μουσική, το εννοούμε. Από μια χώρα των 10 εκατομμυρίων δεν ζητάς και πολλά πράγματα. Δέκα καλά cdς να βγουν τον χρόνο αρκούν να υποστηρίξεις ότι τίποτα δεν έχει πεθάνει ακόμη. Εδώ ολάκερη Αγγλία κι Αμερική και μετά βίας καταφέρνουν να μας δώσουν 20 καλούς δίσκους!
Παρόλα αυτά, ίσως να μην έχει προσεχθεί ότι από τα δέκα καλά cdς που κυκλοφορούν τον χρόνο στην Ελλάδα, τα οκτώ είναι παραγωγή ανεξάρτητων εταιρειών και ιδιωτικών πρωτοβουλιών και τα υπόλοιπα δύο των “μεγάλων” δισκογραφικών. Κι εδώ είναι το σπουδαίο.
Όταν όλοι έχουν τα βλέμματα στραμμένα στις γιγαντοαφίσες, τα life style περιοδικά, τα τηλεοπτικά σποτ, στα ραδιόφωνα και τα “πρωινάδικα” που διαφημίζουν -έναντι ανταλλαγμάτων εννοείται- τη σαβούρα των δισκογραφικών, το έργο συντελείται αλλού. Από μερακλήδες ανθρώπους που χαίρονται να παίζουν σε μικρούς και ζεστούς χώρους μπροστά σε ακροατήρια τα οποία επιθυμούν να ακούσουν μουσική και να τη χαρούν.
Βέβαια, όπως καταντήσαμε σήμερα μες στην τρεχάλα της ζωής και τον ανελέητο συνεχή πληροφοριακό βομβαρδισμό που δεχόμαστε, δύσκολα διακρίνει κανείς το ουσιώδες από το ανούσιο. Πού να ψάχνει τώρα ο άνθρωπος του 21ου αιώνα μες στο βουητό της ζωής όπως λέει κι ένας καλός φίλος, να βρει τους περιέργους που είτε ηλεκτρική κιθάρα κρατούν είτε μπαγλαμά τα δίνουν όλα. Είναι δύσκολο να εντοπιστούν, διότι ελάχιστοι επιθυμούν να μπουν στην περιπετειώδη και κοπιαστική εύρεση της καλής μουσικής, αφιερώνοντας χρόνο. Αφήνεται, λοιπόν, ο σύγχρονος νεοέλληνας στα χέρια της ισοπεδωτικής παραδημοσιογραφίας κι όσοι καταφέρουν να επιβιώσουν ή να ξυπνήσουν καλώς, οι υπόλοιποι παραμένουν δέσμιοι της άστοχης τρεχάλας.
Αψιλία είναι η έλλειψη χρημάτων. Η “αφραγκία” όπως λένε στην αργκό. Ο Πολίτης συνθέτης Γρηγόρης Ασίκης το 1935 τις απενταρίες τις κάνει τραγούδι με τον τίτλο “Αψιλίες” και μετά από 74 χρόνια ο τίτλος δίνεται για ένα ολάκερο άλμπουμ. Όμως προτού προχωρήσω στα του δίσκου, θα ήθελα να γράψω πρωτίστως για τα παιδιά που είναι υπεύθυνοι για το εξαιρετικό αυτό πόνημα. Ο Δημήτρης Μυστακίδης (κιθάρα, τραγούδι) γνωστός και στους Κυπρίους, ο Απόστολος Τσαρδάκας (βιολί, κανονάκι) κι ο Ευγένιος Βούλγαρης (ούτι, λύρα πολίτικη, yaili tanbour, bozuk, τραγούδι) είναι καθηγητές στο Τμήμα Λαϊκής και Παραδοσιακής μουσικής του ΤΕΙ Ηπείρου. Η Θεοδώρα Αθανασίου (μπαγλαμά, τραγούδι), η οποία πρόσφατα ήταν στο νησί μας, καθηγήτρια δεν είναι, αλλά είναι άριστη μουσικός και πολύ σπουδαία τραγουδίστρια.
Οι τέσσερις, λοιπόν, καλοί μουσικοί παρουσίαζαν στον χώρο “Πριγκηπέσσα” στη Θεσσαλονίκη ένα μουσικό πρόγραμμα με “παραδοσιακά τραγούδια της Σμύρνης, αλλά και τραγούδια των Σμυρνιών συνθετών που ήρθαν στην Ελλάδα μετά την καταστροφή του ’22 και τα δημιούργησαν εδώ. Αλλά και κάποια κομμάτια πειραιώτικου ύφους”. Το πρόγραμμα άρεσε και μετά από επιθυμία πολλών θαμώνων, η διεύθυνση του μαγαζιού προχώρησε στην έκδοση του cd “Αψιλίες” που περιέχει προπολεμικά αστικά τραγούδια των Κ. Σκαρβέλη, Κ. Καρίπη, Κ. Ρούκουνα, Γ. Δραγάτση, Σ. Περιστέρη, Γ. Καμβύση, Γ. Πετροπουλέα, Δ. Μπαρούση, Γ. Τσαούς, Δ. Σέμση, Ρ. Εσκενάζυ, Π. Τούντα, Γρ. Ασίκη, Π. Σκοπελίτη κι ανωνύμων. Η δε ηχογράφηση του δίσκου έγινε στο στούντιο “Αχός” του Θανάση Παπακωνσταντίνου με ηχολήπτη τον Χρήστο Μέγα, ο οποίος για ακόμη μια φορά κάνει εξαιρετική δουλειά, καθότι η ζεστασιά του ήχου είναι υποδειγματική και πλησιάζει κατά πολύ τον αυθεντικό ήχο που παράγεται επί σκηνής.
Η παραγωγή είναι επιμελημένη και το πλούσιο ένθετο του cd παρέχει όλες τις πληροφορίες που χρειάζονται για τα τραγούδια. Για τους μουσικούς δεν έχομε πολλά να πούμε γιατί οι άνθρωποι χρόνια ασχολούνται με το είδος αυτό και γνωρίζουν πολύ καλά πώς να το προσεγγίσουν χωρίς να το μιμηθούν, αλλά και χωρίς να το νεωτερίσουν. Απλώς θα ήθελα να επισημάνω την πλούσια εναρμόνιση των τραγουδιών, την πολύ καλή σύνθεση και προσαρμογή των οργάνων και το ουσιαστικό παίξιμό τους, που ακολουθεί πιστά τη μελωδία και σε καμία περίπτωση δεν πλατειάζει με αχρείαστες προσθήκες μουσικών φράσεων και τακιμιών, ακόμα κι όταν επιχειρούν να το κάνουν.
Επίσης, μου άρεσε η πολύ λιτή έως ανύπαρκτη χρησιμοποίηση κρουστών που αφήνει τη ρυθμική αγωγή να φανερώνεται τόσο από τα συνοδευτικά όσο κι από τα μελωδικά όργανα. Το ότι τα παιδιά συμπεριέλαβαν στην πλειοψηφία τους τραγούδια που θεωρούνται “άγνωστα ή δευτέρας επιλογής”, είναι στα συν του δίσκου, διότι υπενθυμίζει στους πάντες ότι η ελληνική αστική λαϊκή μουσική δεν είναι μόνο ο Μάρκος, ο Τσιτσάνης κι ο Παπαϊωάννου, αλλά προϋπήρξαν πολύ μεγάλοι συνθέτες της Σμυρναίικης και Πολίτικης σχολής που έγραψαν αριστουργήματα.
Σίγουρα, όσο προχωρεί η έρευνα ανακαλύπτονται πολύ μεγάλα τραγούδια που ηχογραφήθηκαν στις πρώτες δεκαετίες του 20ου αιώνα, αλλά το ζητούμενο δεν είναι μόνο η καταγραφή τους, αλλά πώς να τα επαναφέρεις μες στη ζωή των σύγχρονων Ελλήνων. Εκείνων ειδικά που επιθυμούν να γνωρίσουν την ελληνική μουσική. Βέβαια, εδώ χρειάζεται πολλή γνώση, αγάπη και ταπεινή προσέγγιση διότι, κακά τα ψέματα, οι αυθεντικές ερμηνείες δύσκολα ξεπερνιούνται για ένα και μόνο λόγο: τα τραγούδια αυτά ήταν μέρος της καθημερινότητας και του συγκεκριμένου τρόπου ζωής και διασκέδασης της εποχής. Δεν είναι εύκολο να αναπαραγάγεις εγκεφαλικά το κλίμα της δεκαετίας του ’20 και του ’30 που φανερώνεται στις ηχογραφήσεις αυτές, όσες γνώσεις κι αν έχεις, διότι απουσιάζει η εμπειρία.
Όμως, όταν έχεις αγάπη μπορείς να το επαναφέρεις με αξιοπρέπεια και σεβασμό χωρίς να το προσβάλλεις κι αυτό είναι το μεγάλο προτέρημα του δίσκου “Αψιλίες”. Η διανομή του δίσκου -όπως σημειώνουν οι παραγωγοί- “γίνεται έξω από τα “γρανάζια” των εταιριών και γι’ αυτό το λόγο μπορείτε -μέχρι στιγμής- να τον βρείτε μόνο στην Αθήνα (Music Corner) και στη Θεσσαλονίκη (Πριγκηπέσσα)”. Αν ενδιαφέρεστε, ένα απλό τηλέφωνο το οποίο θα βρείτε στην ιστοσελίδα της “Πριγκηπέσσα” και τα παιδιά θα σας στείλουν το cd.
Μία απάντηση στο “Αψιλίες – Δ. Μυστακίδης, Ε. Βούλγαρης, Α. Τσαρδάκας, Θ. Αθανασίου”
[…] παρουσίαση του δίσκου «ΑΨΙΛΙΕΣ» που είναι η πρώτη δισκογραφική παραγωγή από την […]